Με αφορμή τις πρόσφατες, αποκρουστικές ανακοινώσεις συλλόγων πολυτέκνων, ανθρώπων του κλήρου και της διαρκούς ιεράς συνόδου κρίνουμε αναγκαίο να συμβάλλουμε στον διάλογο που έχει ξεκινήσει για την ισότητα στον γάμο και την τεκνοθεσία. Ένας διάλογος όπου κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει, αλλά δυστυχώς ζούμε σε μια πατριαρχική καθημερινότητα. Παραθέτουμε το άρθρο της Νεφέλης Κάτση από το τελευταίο τεύχος του περιοδικού μας.
“Will you marry me? Yes I d… Oh wait.”
της Νεφέλης Κάτση
Αντί προλόγου
Προσπάθεια 1η: Όταν ήμουν μικρή, κάθε Δεκαπενταύγουστο, μετά το οικογενειακό τραπέζι και τους εορτασμούς της ημέρας, ψαχουλεύαμε με τις ξαδέρφες μου την παλιά βιβλιοθήκη του σπιτιού στο χωριό και κάθε φορά διαβάζαμε κάτι παλιά καλτ λευκώματα της δεκαετίας του ’80 των τότε έφηβων μαμάδων μας, γελώντας πολλές φορές με όσα έγραφαν. Μεταξύ πολλών ερωτημάτων, όπως «Τι εστί έρως;», «Τι εστί ανήρ;», «Τι εστί φιλί;» και τα σχετικά, υπήρχε, θυμάμαι, η ερώτηση «Τι εστί ο γάμος;». Και θυμάμαι να γελάμε με την αφοπλιστική απάντηση «Μια μαλακία. Κτήτωρ». Σημειωτέον, η «Κτήτωρ» παντρεύτηκε, αλλά ας μείνουμε στο θέμα μας.
Προσπάθεια 2η: Πρόσφατα ο Παύλος Σαράκης, βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, κρατώντας μία φωτογραφία μίας αφίσας σε στάση λεωφορείου, που απεικόνιζε ένα ζευγάρι δύο ομοφυλόφιλων αντρών με το παιδί τους, τόνισε κατηγορηματικά ότι «δεν είναι δυνατόν να είναι πρότυπο αυτό για την ελληνική οικογένεια.». Τότε ο Στέφανος Κασσελάκης, υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ, του απάντησε ότι σε ένα τέτοιο θέμα, δηλαδή της νομοθετικής ρύθμισης του γάμου και της τεκνοθεσίας και για τα ομόφυλα ζευγάρια, δεν τίθεται ζήτημα απόψεων. «Πρόκειται για τη ζωή μου.», είπε.
Προσπάθεια 3η: Απόσπασμα από πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα.
«Δεν καταψηφίσαμε μόνο το σύμφωνο συμβίωσης. Έχουμε καταψηφίσει και το σύμφωνο συμβίωσης για ετερόφυλα ζευγάρια. Εμείς θεωρούμε ότι οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, οι ερωτικές, οι συναισθηματικές, η συμβίωση αυτή δεν μπορούν να στηρίζονται σε καταναγκαστικά μέτρα, με οικονομικά ή άλλα κριτήρια που είναι περασμένων εποχών […] ζητήματα που πρέπει να λύνει ένα ζευγάρι στη συμβίωσή του, όπως είναι η υγεία και η κοινωνική ασφάλιση, έπρεπε να λύνονται από το ίδιο το κράτος και από το κάθε πρόσωπο, ανεξάρτητα αν είναι παντρεμένος ή όχι […] ανεξάρτητα αν έχει ετερόφυλο ή ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό […] Προς τι λοιπόν ο λόγος να στηριζόμαστε σε έναν παρωχημένο αναχρονιστικό θεσμό που είναι ο γάμος είτε με τη μορφή του πολιτικού ή θρησκευτικού είτε με τη μορφή του συμφώνου συμβίωσης.».
Μετά από τρεις απόπειρες εισαγωγής σκιαγραφείται σιγά σιγά ένα πλαίσιο συζήτησης για το ζήτημα του γάμου ως θεσμού εν γένει και του γάμου ως διεκδίκηση της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας. Δεν είναι καθόλου εύκολο ζητήμα, σίγουρα, πάντως, είναι ακόμη επίκαιρο. Μάλιστα, σε μία εποχή που η στροφή στην ακροδεξιά, στο αφήγημα «Πατρίς-Θρησκεία-(ελληνική, αγία) Οικογένεια» και στον συντηρητισμό είναι η νέα ζοφερή πραγματικότητα και σε μία συγκυρία που την πρωτοκαθεδρία στην σύνθεση της ελληνικής βουλής έχουν κόμματα της συντηρητικής δεξιάς και της ακροδεξιάς, που μάχονται για την διατήρηση της παραδοσιακής, ελληνικής, ετεροκανονικής, διευρυμένης ή πυρηνικής οικογένειας με δύο παιδιά και τρία κορίτσια, ο δημόσιος διάλογος για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας πιθανότατα θα ανοίξει εμφατικά.
Ο γάμος ως θεσμός
Με μία γρήγορη αναζήτηση στο Google, βρίσκω ότι ο γάμος είναι ζωτικός κοινωνικός θεσμός ή αλλιώς η κοινωνικά αναγνωρισμένη ένωση δύο προσώπων ή αλλιώς η τελετή με την οποία συνίσταται και αναγνωρίζεται μια νόμιμη γενετήσια ένωση που θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας οικογένειας. Σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο της Οικιακής Οικονομίας της Β΄ Γυμνασίου ο γάμος είναι η νόμιμη ένωση ενός άντρα με μια γυναίκα, κατά την οποία τα άτομα κάνουν οικογένεια, μοιράζονται τις δυσκολίες και τις χαρές της ζωής και ολοκληρώνονται ως προσωπικότητες (;) Μέχρι στιγμής καταλαβαίνω ότι γάμος και οικογένεια πάνε χεράκι-χεράκι﮲ η οικογένεια προϋποθέτει τον νόμιμο γάμο, άρα, μάλλον, οικογένεια μπορεί να κάνει όποιος έχει το θεσμοθετημένο δικαίωμα να συνάψει γάμο.
Αλλάζω tab. Μία σύντομη ιστορική αναδρομή του θεσμού του γάμου ανά τα χρόνια. «Οι πρώτες επιστημονικές αποδείξεις οργανωμένης συνύπαρξης ενός ζεύγους, χρονολογούνται στην ύστερη Εποχή του Λίθου, γύρω στο 8.500 π.Χ.». Οκ, ας μην ξεκινήσουμε από τόσο παλιά. Ο γάμος, επομένως, δεν είναι κάποια πρωτότυπη εφεύρεση του σύγχρονου αστικού κράτους, αλλά ξεκίνησε να διαμορφώνεται σιγά-σιγά ήδη από την απαρχή της δημιουργίας πρωτόγονων ανθρώπινων κοινωνιών, έχοντας έκτοτε μετεξελιχθεί και περάσει από πολλές φάσεις μέχρι τον αστικό θεσμό του γάμου, όπως τον έχουμε στο νου μας σήμερα.
Γιατί, όμως, παντρεύονταν οι άνθρωποι ανά τα χρόνια; Ανάγκη εύρεσης τροφής, προστασία από κινδύνους, διατήρηση της δύναμης, δημιουργία συμμαχιών, απόκτηση «καθαρόαιμων» απογόνων που θα διαιωνίσουν την ισχύ της οικογένειας, εξασφάλιση της ιδιοκτησίας, ρύθμιση της κληρονομιάς, της διαδοχής και της κοινωνικής τάξης, θρησκευτικές πεποιθήσεις, οικονομικά συμφέροντα, αίσθημα καθήκοντος, αγάπη, έρωτας. Οι λόγοι και ο τρόπος σύναψης ενός γάμου διαφέρουν σε κάθε χρονική περίοδο και σε κάθε γεωγραφικό πλάτος και μήκος ανάλογα με το πολιτικό καθεστώς, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, την θρησκεία, τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις κ.ο.κ. Ο γάμος άλλοτε είχε εμπορικό χαρακτήρα, άλλοτε πολιτικοοικονομικό, άλλοτε θρησκευτικό ή τελετουργικό. Μπορεί να ήταν υποχρεωτικός ή να αποτελούσε- τυπικά έστω- επιλογή. Σε καθεστώς πολυγαμίας ή μονογαμίας. Αρχικά, ήταν ζήτημα της φυλής, αργότερα της οικογένειας και μετά από πολλά χρόνια αποτέλεσε πλέον προσωπικό εγχείρημα. Πάντως για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, ο γάμος και η επιλογή συντρόφου δεν επαφιόταν στην ελεύθερη βούληση του ατόμου, ούτε σχετιζόταν με αισθήματα αγάπης, συντροφικότητας και φροντίδας.
Αν και ο θεσμός του γάμου σε όλη του την πορεία διαφοροποιείται από μέρος σε μέρος, αιώνα σε αιώνα, φυλή σε φυλή κ.ο.κ., ωστόσο, η θέση της γυναίκας-συζύγου είναι πάνω-κάτω ίδια και απαράλλακτη σε κάθε χωροχρονικό πλαίσιο. Η γυναίκα ως εμπόρευμα, η γυναίκα ως εκείνη που θα αποκτήσει όσο το δυνατόν περισσότερους απογόνους και θα διαιωνίσει το είδος, τη φυλή, το όνομα, τον θρόνο, το έθνος· η γυναίκα ως η εξασφάλιση μίας πολιτικοοικονομικής συμφωνίας, η γυναίκα- υπάκουη σύζυγος, πιστή σύντροφος, σωστή ερωμένη, αφοσιωμένη μητέρα· η γυναίκα κάτω από τον άντρα, η γυναίκα ως ο «λαιμός» που κινεί την «κεφαλή του σπιτιού», η γυναίκα ως ο «αρμός» της ιερής οικογένειας.
Οικογένεια: λέξη-κλειδί. Ο γάμος ήταν και είναι η θεσμική όψη της δημιουργίας οικογένειας και, συγκεκριμένα, της κυρίαρχης πατριαρχικής οικογένειας, η οποία ως τέτοια έχει δεχθεί δριμεία κριτική από φεμινιστική σκοπιά. Για την Σιμόν ντε Μπωβουάρ η συμβατική μορφή της οικογενείας εντός γάμου αποτελεί μία καταπιεστική συνθήκη που συνθλίβει όσους συμμετέχουν σε αυτόν, και κατά βάση τις γυναίκες, οι οποίες είναι οικονομικά εξαρτώμενες εξ’ ολοκλήρου από τους συζύγους τους. Μία άλλη κριτική προερχόμενη από μαρξίστριες φεμινίστριες αναγνωρίζει την οικογένεια και το «σπίτι» ως κέντρο παραγωγής της εργατικής δύναμης και κατ’ επέκταση ως καπιταλιστική κατασκευή. Η Carol Peteman περιγράφει την πατριαρχική οικογένεια και τη θεσμική της έκφραση μέσω του γάμου ως το προϊόν του «σεξουαλικού συμβολαίου», το οποίο συνάφθηκε παράλληλα με το κοινωνικό συμβόλαιο στη νεωτερικότητα και το οποίο δεν θεμελιώνεται σε μία αμοιβαία μεταξύ ισότιμων «συμβαλλομένων» συμφωνία, αλλά στην υποταγή, την καταπίεση, την χειραγώγηση και την εκμετάλλευση του γυναικείου- αναπαραγωγικού ή σεξουαλικοποιημένου- σώματος.
Τα βασικά στοιχεία της συμβατικής και συμβατής με το κυρίαρχο αφήγημα οικογένειας, λοιπόν, συνοψίζονται στον έμφυλο καταμερισμό των ρόλων εντός της, στην απλήρωτη και μη αναγνωρισμένη- θεσμικά ή κοινωνικά- οικιακή εργασία των γυναικών, στην φροντίδα, που παρέχουν, ελλείψει της κρατικής μέριμνας και πολιτικών στήριξης της- πολυπόθητης για το κράτος- οικογένειας, στην οικονομική τους εξάρτηση, στον έλεγχο των σωμάτων τους στο όνομα της κοινωνικής αναπαραγωγής, στην ιδιωτικότητα, στην καταπίεση και την υποταγή και, φυσικά, στην ετεροκανονικότητα. Και όλα αυτά γιατί; Εστιάζοντας, κυρίως, στο συντηρητικό αφήγημα της ελληνικής, ιερής, ενωμένης οικογένειας θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τελευταία εξυπηρετεί την κατασκευή και διατήρηση κυρίαρχων σχέσεων, θέσεων και αντιλήψεων. Λειτουργεί ως ο θεματοφύλακας αξιών που «τείνουν να εκλείψουν στις μέρες μας», των ελληνικών παραδόσεων και μιας χριστιανικής ηθικής, ενώ σε περιόδους εθνικών κρίσεων αποτελεί τον ενιαίο και αδιαίρετο πόλο που θα αποκασταστήσει κάθε πρόβλημα. Την ίδια στιγμή, η οικογένεια ως μηχανισμός συμβάλλει αποφασιστικά στη σταθεροποίηση και τη διευρυμένη αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας και, ταυτόχρονα, διαμορφώνει έναν «ιδιωτικό τρόπο ζωής» που είναι σύμφωνος με το ιδεολογικά κυρίαρχο αφήγημα. Πλάθει τα υποκείμενα και τους επιβάλλει τους κοινωνικούς ρόλους που οφείλουν να επιτελούν.
Ο γάμος ως διεκδίκηση
Μπορεί η καθεμία, το καθένα και ο καθένας να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια; Μα φυσικά! Αρκεί μόνο να είναι ικανός να αναπαράξει το έθνος. Δυστυχώς, στην Ελλάδα εν έτει 2023 ακόμη δεν έχουν όλοι το δικαίωμα στον γάμο και την οικογένεια. Η οικογένεια, όπως περιγράφηκε παραπάνω, μπορεί να συγκροτηθεί και να υπάρξει με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο για να είναι κοινωνικά αποδεκτή και νομικά θεσμοθετημένη. Τα βασικά μοντέλα είναι η πυρηνική και η διευρυμένη οικογένεια στην ετεροκανονική τους μορφή, δηλαδή ως ένωση άντρα και γυναίκας. Οι εναλλακτικές μορφές οικογένειας, είτε η μονογονεϊκή, είτε οικογένειες με γονείς ΛΟΑΤΚΙΑ+ κ.ο.κ, αν και υπάρχουν ως νέες μορφές συνύπαρξης, εδώ και χρόνια αγνοούνται.
Η συζήτηση αυτή άνοιξε με τον πιο εμφατικό τρόπο το 2015 κατά την διαβούλευση και ψήφιση του νομοσχεδίου για το Σύμφωνο συμβίωσης (Σ.σ.), το οποίο τελικά υπερψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των κομμάτων της Βουλής. Με τον Ν. 4356/2015 η δυνατότητα σύναψης Σ.σ., η οποία είχε ήδη κατοχυρωθεί με τον Ν. 3719/2008 για τα ετερόφυλα ζευγάρια, διευρύνθηκε και για τα ομόφυλα, 7 ολόκληρα χρόνια μετά, καθυστέρηση που επέσυρε την διεθνή καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ.
Το Σ.σ είναι μία πιο σύντομη διαδικασία έναντι του πολιτικού γάμου, η οποία εξασφαλίζει στους συμβαλλόμενους κληρονομικά, κοινωνικά, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα, καθώς επίσης και παροχές ή δικαιώματα διατροφής, αντίστοιχα με εκείνα των συζύγων. Γιατί, όμως, δεν είναι αρκετό;
Σε ό,τι αφορά τα ομόφυλα ζευγάρια, στην πραγματικότητα δεν αναγνωρίζει ισότιμα τις ΛΟΑΤΚΙΑ+ οικογένειες και τα παιδιά, που έχουν αποκτήσει είτε από προηγούμενη ετερόφυλη σχέση, είτε με τεχνητή ή υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, είτε με τεκνοθεσία. Ενώ η τεκνοθεσία για μεμονωμένα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα είναι επιτρεπτή, για τα ομόφυλα ζευγάρια δεν έχει ρυθμιστεί, την στιγμή, μάλιστα, που για τα ετερόφυλα ζευγάρια ο νόμος κάνει ρητή μνεία στο τεκμήριο πατρότητας, το επώνυμο του τέκνου και τη γονική μέριμνα παιδιού, που αποκτήθηκε στο πλαίσιο Σ.σ. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι για τα ομόφυλα ζευγάρια το δικαίωμα στην γονεϊκότητα και την τεκνοθεσία δεν είναι κατοχυρωμένο και, κατ’ επέκταση τα παιδιά τους στερούνται κληρονομικών δικαιωμάτων, γονικής μέριμνας και επιμέλειας από τον μη βιολογικό γονέα, πράγμα που δημιουργεί τεράστια προβλήματα σε περίπτωση θανάτου του βιολογικού και νομικά αναγνωρισμένου γονέα. Επίσης, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη αναγνώρισης στην Ελλάδα ομόφυλου γάμου, που έχει συναφθεί στο εξωτερικό.
Το αξιοπερίεργο είναι ότι ο ισχύων Ν. 1250/1982 για τον πολιτικό γάμο καλύπτει πλήρως τους ομόφυλους γάμους, αφού η διατύπωσή του (όπως και του Αστικού Κώδικα) είναι σκόπιμα ουδέτερη ως προς το φύλο, κάνοντας λόγο για «μελλόνυμφους», χωρίς έμφυλο προσδιορισμό, και αρκεί ερμηνευτικά για να αναγνωριστεί ο ομόφυλος γάμος. Αυτό προσπάθησαν να αναδείξουν οι περίφημοι «γάμοι της Τήλου». Το 2008 ο Δήμαρχος Τήλου, Τάσος Αλιφέρης, τέλεσε δύο πολιτικούς γάμους ομόφυλων ζευγαριών. Το αποτέλεσμα: ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης κήρυξε τους γάμους «παράνομους και ανυπόστατους», παρά το γεγονός ότι έγιναν πληρώντας όλους τους νόμιμους τύπους, ο Εισαγγελέας Αρείου Πάγου παρήγγειλε ποινικές διώξεις και ο Εισαγγελέας Ρόδου εγκάλεσε τον Τάσο Αλιφέρη για παράβαση καθήκοντος. Το Εφετείο Δωδεκανήσου χαρακτήρισε τους γάμους ανυπόστατους (χαρακτηρισμός που δίνεται σε γάμο κατά τον οποίο δεν τηρήθηκε κάποια νομική προϋπόθεση), με τη σκέψη ότι η διαφορά φύλου, ακόμα και αν δεν αναφέρεται ρητά στο νόμο, συνιστά αναγκαίο στοιχείο για την τέλεση ενός γάμου.
Και, έτσι, φτάνουμε στην απόφαση 1428/2017 του Αρείου Πάγου, η οποία επικύρωσε εν τέλει την ακυρωτική απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου με την αιτιολόγηση ότι «υπό το κρατούν νομικό καθεστώς στην Ελλάδα δεν νοείται πολιτικός γάμος μεταξύ ομοφύλων, είναι δε έτερο το ζήτημα, αν υφίσταται ανάγκη νομοθετικής ρυθμίσεως, όπως ήδη έχουν πράξει αρκετές ευρωπαϊκές χώρες». Τον επόμενο χρόνο τα δύο ζευγάρια προσέφυγαν στο ΕΔΔΑ, η απόφαση του οποίου ακόμη εκκρεμεί.
Η εν λόγω απόφαση έχει πολύ ενδιαφέρον, ακριβώς επειδή αποδεικνύει περίτρανα ότι, παρά το γεγονός ότι ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών νομοτεχνικά είναι κατοχυρωμένος, η ερμηνεία του νόμου από τους κατά πλειοψηφία συντηρητικούς δικαστές, η αντίθετη άποψη της Εκκλησίας και οι συντηρητικές ομοτρανσφοβικές φωνές τελικά τον απαγορεύουν άτυπα. Δεν είναι τόσο η έλλειψη του νομικού πλαισίου, αλλά η ομο/τρανσφοβία και η μη αποδοχή από μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας.
Η απόφαση συνδέει ευθέως τον γάμο με την οικογένεια και την συγγένεια, αγνοεί την ουδέτερη γραμματική διατύπωση του νόμου και, αφού δεν βρίσκει ερμηνευτικό αποκούμπι ούτε και σε διεθνή κείμενα και συμφωνίες, ψάχνει την απάντηση στην βούληση του νομοθέτη. Είστε έτοιμες; Ο Έλληνας νομοθέτης, σύμφωνα με την απόφαση, δεν προέβλεψε καν το ενδεχόμενο ομόφυλων γάμων, το οποίο κατά την σύνταξη του ΑΚ ήταν αυτονόητα ανύπαρκτο. Την απάντηση σε ένα κρίσιμο ζήτημα του 2017 την έδωσε ο ορισμός του γάμου, όπως διατυπώθηκε από τον Ρωμαίο νομοδιδάσκαλο, Μοδεστίνο, τον 3 αι. μ.Χ.! Αυτή είναι, άλλωστε, και η βούληση της εσωτερικής έννομης τάξης μας, η οποία αντανακλά τις ηθικές και κοινωνικές αξίες και παραδόσεις του ελληνικού λαού, που δεν αποδέχεται την θέσπιση του γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Τελικά τι εστί γάμος; Και γιατί αποτελεί ριζοσπαστική διεκδίκηση η κατοχύρωσή του για την ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα; Ένα παράδοξο.
Ο γάμος δεν είναι ένα αποκρυσταλλωμένο και αναλλοίωτο κοινωνικό μόρφωμα, μια ιδέα η οποία υπάρχει για να προστατεύεται ως τέτοια, αλλά για να προστατεύει όσους επιθυμούν και επιλέγουν να παντρευτούν. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια εξαιτίας διάφορων παραγόντων, όπως οικονομική κρίση, σπουδές κ.ο.κ., ο γάμος δεν είναι τόσο δημοφιλής στις νέες γενιές και είναι όλο και λιγότερες όσες και όσοι επιλέγουν να παντρευτούν είτε με πολιτικό, είτε με θρησκευτικό γάμο. Μετά την αποσύνδεση του γάμου από τον αποκλειστικό σκοπό της απόκτησης παιδιών, οι λόγοι σύναψής του είναι, πλέον, κατά βάση οικονομικοί, φορολογικοί, κληρονομικοί, ασφαλιστικοί ή η λήψη επιδομάτων. Πράγματι, ο θεσμός, όπως προβάλλεται και επιβάλλεται από την Εκκλησία και το Κράτος, θεωρείται σε έναν βαθμό παρωχημένος και αναχρονιστικός.
Το ερώτημα είναι: αν ο γάμος είναι πράγματι αναχρονιστικός, καταπιεστικός, πατριαρχικός, ετεροκανονικός και τα συναφή, τότε γιατί εδώ και χρόνια αποτελεί σημαντική διεκδίκηση του λοατκια+ και φεμινιστικού κινήματος;
Η κοινωνία για κάποιες έχει προδιαγράψει, ήδη, μία πορεία με βασικό στόχο τον γάμο και την γονεϊκότητα -υπό την κρατούσα εκδοχή τους- ως κάτι που οφείλουν να κάνουν, κάτι για το οποίο έχουν ηθικό κοινωνικό καθήκον. Για άλλους ο γάμος δεν είναι καν δυνατότητα υπό καμία εκδοχή. Και επιστρέφουμε στην αρχή. Για κάποιες η καταπιεστική ιδέα ενός πατριαρχικού συντηρητικού γάμου είναι στην τελική μία μαλακία, η οποία έχει θέση σε άλλες εποχές και με την οποία μας πιπιλάνε τα μυαλά σχεδόν από την γέννησή μας. Για κάποιους, όμως, η κατοχύρωση του δικαιώματος και της επιλογής να οργανώσουν την ζωή τους -στον παρόντα κοινωνικό μηχανισμό του αστικού κράτους- όπως, όποτε και με όποιον επιθυμούν, είναι η ζωή τους. Σε αυτή την συζήτηση θα υπάρχει, φυσικά, και εκείνος που από τη θέση του cis straight ανδρικού προνομίου, θα συμβουλέψει τι είναι παρωχημένο, τι αναχρονιστικό και τι τελικά πρέπει να διεκδικούν τα καταπιεσμένα, περιθωριοποιημένα και αόρατα για το κράτος υποκείμενα.
Το δικαίωμα στο γάμο και, κατ’ επέκταση στην τεκνοθεσία, μόνο ως επιλογή μπορεί να υπάρξει και όχι ως μονόδρομος ή απαγορευμένη οδός. Ζώντας σε ένα αστικό κράτος, στο οποίο για να υπάρχεις πρέπει να πληροίς κάποιες προϋποθέσεις, πρέπει όλοι να έχουν την δυνατότητα να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις. Με άλλα λόγια, αν το κράτος, για να σου δώσει π.χ. το δικαίωμα να σε κληρονομήσει το έτερό σου ήμισυ, απαιτεί να έχετε συνάψει γάμο ή Σ.σ., οφείλει να δίνει ταυτόχρονα την ίδια την επιλογή σύναψης τους σε όλους ανεξαιρέτως, ώστε να μπορούν να συνυπάρξουν ισότιμα.
Και, τέλος πάντων, πέρα από όλα αυτά, είναι αδιαμφισβήτητο και αναφαίρετο το δικαίωμα της καθεμίας και του καθενός να έχει κατ’ αρχήν τη δυνατότητα να οργανώνει μακροπρόθεσμα τη ζωή του όπως θέλει επιλέγοντας με ποιο θα την μοιραστεί, με ποιον τρόπο, με τι συνέπειες -είτε θέλει όντως να παντρευτεί, είτε όχι. Οι σχέσεις που οραματιζόμαστε και που ήδη χτίζουμε δεν έχουν ανάγκη ούτε τις ευλογίες της Εκκλησίας, ούτε την επικύρωση με την βούλα του κράτους, ούτε και τη σύμφωνη γνώμη ακροδεξιών, ομοτρανσφοβικών, συντηρητικών νοικοκυραίων, ούτε την πλήρη ετοιμότητα όλης της κοινωνίας. Υπάρχουν έτσι κι αλλιώς και βασίζονται στην αλληλεγγύη, την ισοτιμία, την ενσυναίσθηση, την φροντίδα, την αγάπη. Απλώς στο πλαίσιο του κράτους αυτό δεν αρκεί. Τελικά, η διεκδίκηση του ομόφυλου γάμου δεν μπορεί να ειδωθεί ως ένα εγκώμιο του θεσμού, αλλά ως ένα μικρό, αλλά απαραίτητο, βήμα για την ισότητα, έστω και θεσμικά.