Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το νομοσχέδιο για την ισότητα στον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία που έθεσε σε διαβούλευση η κυβέρνηση δεν έρχεται εν κενώ, αλλά είναι το αποτέλεσμα της μακροχρόνιας δράσης και των αγώνων του ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος στη χώρα μας. Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το εν λόγω νομοσχέδιο εργαλειακά προκειμένου να καλλιεργήσει ένα προφίλ φιλελεύθερου και εκσυγχρονιστικού κόμματος και να δημιουργήσει ευκαιριακά νέες κοινωνικές συμμαχίες, χωρίς όμως την ίδια στιγμή να διαρρήξει και τη σχέση της με τα συντηρητικά και ακροδεξιά ακροατήρια ή να μετασχηματιστεί σε ένα επί της αρχής φιλελεύθερο κόμμα.
Αυτό είναι σαφές από τη στάση της Νέας Δημοκρατίας όλα τα προηγούμενα χρόνια, η οποία σε αγαστή συνεργασία με την ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία υπερασπιζόμενη το δόγμα “Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια” ήταν ξεκάθαρα εναντίον των αιτημάτων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και γίνεται ακόμα πιο σαφές από τις αντιδράσεις που υπάρχουν σήμερα στο εσωτερικό της από ακροδεξιά στελέχη και ακροδεξιούς βουλευτές και βουλεύτριες της. Η Νέα Δημοκρατία και η δεξιά όλες τις προηγούμενες δεκαετίες δεν είχαν την οποιαδήποτε εμπλοκή με τους τους πολλούς αγώνες που έχει δώσει η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς. Οι αγώνες των ΛΟΑΤΚΙ+ συλλογικοτήτων και των αλληλέγγυων ήταν που φώτισαν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα και συνέβαλαν καθοριστικά στο να γίνει επιτακτική ιστορική ανάγκη η ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Και ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν επιλέγει τυχαία την παρούσα χρονική στιγμή για να φέρει αυτό το νομοσχέδιο, καθώς την ίδια περίοδο προωθεί μια ακραία αντιδραστική νομοθετική ατζέντα, που αναπόφευκτα θα τη φέρει σε σύγκρουση με ένα μεγάλο μέρος της κοινωνικής πλειοψηφίας: αφενός την αυταρχική μεταρρύθμιση των ποινικών κωδίκων, αφετέρου την ίδρυση των αποκαλούμενων μη κρατικών πανεπιστημίων.
Δεν θα είχαμε φτάσει εδώ αν δεν υπήρχε το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα και οι μακρόχρονοι αγώνες του.
Το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα στην Ελλάδα έχει μια διαδρομή διεκδικήσεων σχεδόν 50 χρόνων. Το ΑΚΟΕ (Απελευθερωτικό Κίνημα Ομοφυλόφιλων Ελλάδας) και η έκδοση του περιοδικού ΑΜΦΙ έφεραν για πρώτη φορά στον δημόσιο λόγο στην Ελλάδα τα προβλήματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Περίπου την ίδια περίοδο, το περιοδικό Κράξιμο της Πάολας Ρεβενιώτη έδωσε πιο μεγάλη έμφαση στα προβλήματα των τρανς εκδιδόμενων ατόμων και έκανε τις πρώτες απόπειρες για αυτοοργανωμένα Φεστιβάλ Υπερηφάνειας (Pride). Τη δεκαετία του ‘90 το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα αρχίζει να θέτει μια ατζέντα διεκδικήσεων με εστίαση στη θεσμική ισότητα. Ύστερα από την εισβολή της αστυνομίας σε γκέι κλαμπ και τη σύλληψη και διαπόμπευση μελών της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας το 2003, με τραγική έκβαση την αυτοκτονία ενός συλληφθέντα κατά τη διάρκεια της προσωρινής του κράτησης, το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα βγαίνει πάλι μπροστά με την οργάνωση ΟΛΚΕ (Ομοφυλοφιλική & Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας). Το 2005 διοργανώνεται το πρώτο Pride στην Αθήνα με στόχο κυρίως την ορατότητα. Το 2008 η ΟΛΚΕ διοργανώνει τον εμβληματικό ακτιβισμό με τους γκέι γάμους από τον δήμαρχο της Τήλου φέρνοντας το ζήτημα στον δημόσιο διάλογο. Τα επόμενα χρόνια παρατηρείται μεγάλη άνθηση με τη δημιουργία πολλών νέων ΛΟΑΤΚΙ+ ομάδων που διατυπώνουν ολοένα και πιο ριζοσπαστικά αιτήματα και διεκδικούν ορατότητα και ισονομία. Την περίοδο των αγώνων ενάντια στη λιτότητα το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα ριζοσπαστικοποιείται κι άλλο κι επιδιώκει συνεργασίες με άλλα κινήματα- ιδιαίτερα με το αντιρατσιστικό, αντιφασιστικό και φεμινιστικό κίνημα-, παλεύει ενάντια στην ακροδεξιά, τον ρατσισμό, την ομοφοβία, την τρανσφοβία και την πολιτική διάλυσης της κοινωνικής φροντίδας και απαξίωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Σήμερα υπάρχουν πολλες αυτοοργανωμένες ομάδες που η καθεμιά με τη δράση της διεκδικεί δικαιώματα για τα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Η πρώτη νίκη και θεσμική κατοχύρωση για τα ομόφυλα ζευγάρια έρχεται το 2015 με τη θεσμοθέτηση του συμφώνου συμβίωσης, το οποίο βέβαια αποτέλεσε ημίμετρο από την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που λόγω πολιτικής ατολμίας δεν προχώρησε και στην κατοχύρωση του πολιτικού γάμου και της τεκνοθεσίας για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Ισότητα στον πολιτικό γάμο για όλα
Από την πλευρά μας, θεωρούμε αυτονόητο ότι όλα τα άτομα θα πρέπει να έχουν δικαίωμα στον πολιτικό γάμο και κατ’ επέκταση να απολαμβάνουν όλα τα περαιτέρω δικαιώματα που αυτός συνεπάγεται, ιδιαίτερα σε σχέση με τη γονεϊκότητα. Μπορεί ο γάμος στην κυρίαρχη του πρόσληψη να είναι ένας θεσμός συντηρητικός μέσα από τον οποίο αναπαράγονται στερεοτυπικές αντιλήψεις για την οικογένεια, παραμένει όμως και μια σημαντική νομική και διοικητική πράξη από την οποία απορρέουν δικαιώματα. Επομένως, από τη στιγμή που οι κοινωνικές σχέσεις εντός της παρούσας μορφής του κράτους δομούνται και οργανώνονται με αυτόν τον τρόπο, ο αποκλεισμός μιας κατηγορίας πολιτών από την πρόσβαση σε αυτό το δικαίωμα, διατηρεί και ενισχύει κοινωνικές ιεραρχήσεις και δομικές ανισότητες.
Θα πρέπει όλα τα άτομα να έχουν το δικαίωμα να πουν ναι ή όχι στον γάμο και στη δημιουργία οικογένειας. Αντίστοιχα, όλες οι μορφές οικογένειας είναι δίκαιο να αναγνωρίζονται από το κράτος και τα μέλη τους να έχουν πρόσβαση σε ίσα και πλήρη δικαιώματα σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία.
Σαφέστατα, η οικογένεια ως μηχανισμός συμβάλλει αποφασιστικά στη σταθεροποίηση και τη διευρυμένη αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας και, ταυτόχρονα, διαμορφώνει έναν «ιδιωτικό τρόπο ζωής» που είναι σύμφωνος με το ιδεολογικά κυρίαρχο αφήγημα. Πλάθει τα υποκείμενα και τους επιβάλλει τους κοινωνικούς ρόλους που οφείλουν να επιτελούν. Από την άλλη όμως, αυτή η κριτική στην οικογένεια και κατ’ επέκταση στον θεσμό του γάμου, δεν μπορεί με τίποτα να δικαιολογήσει την ομοφοβική άρνηση της ελληνικής κοινωνίας, έως σήμερα, στο δικαίωμα των ατόμων ανεξαρτήτου φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού να δημιουργήσουν οικογένεια.
Οτι ισχύει για τα ετερόφυλα ζευγάρια μέσω του πολιτικού γάμου για τεκνοθεσία και τεχνητή αναπαραγωγή οφείλει να ισχύει και για τα ομόφυλα ζευγάρια. Η μη αναγνώριση όλων των δικαιωμάτων στην αναπαραγωγή και για τα ομόφυλα ζευγάρια αποτελεί συγκαλυμμένη ομοφοβία και δικαιολογία για να μην δίνονται ξεκάθαρες απαντήσεις στο μείζον ερώτημα που είναι το αν τα ΛΟΑΤΚΙ ζευγάρια είναι εξίσου ικανά να μεγαλώνουν παιδιά με τα ετερόφυλα. Προφανώς και είναι και έχει αποδειχθεί από την ίδια τη ζωή ότι είναι εξίσου ικανά, καθώς ΛΟΑΤΚΙ+ οικογένειες υπάρχουν από τότε που υπάρχουν ΛΟΑΤΚΙ άτομα (δηλαδή από πάντα), ασχέτως αν η εκάστοτε κοινωνική και κρατική δομή του δίνει θεσμική ορατότητα. Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αφήνει απ’ έξω τα τρανς άτομα, καθώς δεν γίνεται κάποια διορθωτική ρύθμιση, ώστε να κατοχυρώνονται με σαφή τρόπο και τα δικά τους γονεϊκά δικαιώματα, και αυτό θα πρέπει να διορθωθεί.
Σχετικά με τους λόγους περί οικογένειας και αναπαραγωγής
Μια άλλη εύστοχη κριτική που μπορεί να ασκηθεί με αφορμή τα παραπάνω, αφορά τη γενικότερη εμμονή πολλών ανθρώπων στη γονεϊκότητα που προκύπτει μόνο από βιολογική σχέση. Ωστόσο αυτή η κριτική αφορά όλα τα ζευγάρια, ανεξαρτήτως φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού. Mια άλλη σημαντική πλευρά αφορά την απουσία πολιτικής για την ενίσχυση του θεσμού της τεκνοθεσίας και για την καλλιέργεια μιας τέτοιας κουλτούρας στην κοινωνία. Οι διοικητικές και νομικές διαδικασίες για την τεκνοθεσία παραμένουν ακόμη σύνθετες και χρονοβόρες παρά τις προσπάθειες που έγιναν για την μερική απλούστευση τους. Το τελευταίο λειτουργεί αποθαρρυντικά για πολλά άτομα που επιθυμούν να δημιουργήσουν οικογένεια και τους στρέφει στην αναζήτηση λύσεων μέσω ιατρικών τεχνολογιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Όλα τα παραπάνω όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι γενικά ζητήματα που αφορούν τη γονεϊκότητα και τους τρόπους αναπαραγωγής όλων των ατόμων ανεξαρτήτου φύλου και δεν αποτελούν κάποια ιδιαίτερη και αποκλειστική πτυχή της γονεϊκότητας των ομόφυλων ζευγαριών. Η παραπλανητική κουβέντα που γίνεται σήμερα για την παρένθετη κύηση , η οποία έχει θεσμοθετηθεί στην Ελλάδα ήδη από το 2002, στο πλαίσιο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου απλά αποπροσανατολίζει τη συζήτηση και απευθύνεται από την κυβέρνηση κυρίως στην ακροδεξιά για να ικανοποιήσει με κάποιον τρόπο και αυτό το ακροατήριο.
Απογοητευτική και πολιτικά επιζήμια για την Αριστερά, τα κινήματα και τον φεμινισμό είναι η ομοφοβική δημόσια τοποθέτηση του ΚΚΕ και των πολιτικών φορέων και οργανώσεων που αναπαράγουν ομοφοβικό και τρανσφοβικό λόγο.
Δυστυχώς, απογοητευτική είναι η στάση και του ΚΚΕ, το οποίο μέσα από ένα απαράδεκτο μανιφέστο ομοφοβίας πήρε θέση ενάντια στο νομοσχέδιο, χωρίς να κάνει οποιαδήποτε αντιπρόταση στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης ίσων δικαιωμάτων για τα ομόφυλα ζευγάρια. Μάλιστα, κινούμενο στην ίδια γραμμή με τη ΝΔ επιδιώκει να συσκοτίσει το παρόν επίδικο που είναι η κατοχύρωση της ίσης πρόσβασης των ομόφυλων ζευγαριών στον πολιτικό γάμο και τα συνεπαγόμενα με αυτόν δικαιώματα, μετακινώντας τη συζήτηση στην παρένθετη μητρότητα, την οποία προσπαθούν να μας πείσουν ότι αφορά κατεξοχήν το εν λόγω νομοσχέδιο. Το ΚΚΕ είναι ξεκάθαρο ότι θέλει στην παρούσα χρονική στιγμή να εκπροσωπήσει τα πιο συντηρητικά στοιχεία της αριστεράς που προφανώς είναι πλειοψηφικά στο εσωτερικό του, χρησιμοποιώντας βέβαια επιχειρήματα του συντηρητισμού και της ακροδεξιάς. Βρισκόμαστε, λοιπόν, στην τουλάχιστον παράδοξη κατάσταση κατά την οποία εκπρόσωποι της Εκκλησίας επικαλούνται τον γενικό γραμματέα ενός κομμουνιστικού κόμματος.
Αντίστοιχα, βαθύτατα προβληματική είναι η ευτυχώς μειοψηφική στάση ορισμένων πολιτικών ομάδων, συλλογικοτήτων και φορέων που “συμπαρασύρονται” από την ατζέντα που έθεσε η ΝΔ, καταλήγοντας στο όνομα του φεμινισμού και των δικαιωμάτων των γυναικών να αναπαράγουν βαθύτατα τρανσφοβικό και ομοφοβικό λόγο.
Η ισότητα στον πολιτικό γάμο είναι ένα βήμα για την αποδοχή, οι αγώνες όμως συνεχίζονται
Όπως φαίνεται, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα υπερψηφιστεί από τη Βουλή, χωρίς βέβαια ουσιαστική διαβούλευση (έμεινε για διαβούλευση στο διαδίκτυο μόνο μια βδομάδα) και χωρίς να γίνει συζήτηση με τους φορείς της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας κατά τη διάρκεια της κατάρτισης του. Aυτή είναι βέβαια και μια πάγια τακτική της ΝΔ – την οποία ακολούθησε και στην περίπτωση της νομικής μεταρρύθμισης της γονικής μέριμνας (“Συνεπιμέλεια”, 4800/2021)- οπότε και αγνόησε πλήρως τις φεμινιστικές συλλογικότητες και τους σχετικούς φορείς.
Από τη μια πλευρά αυτό δημιουργεί προβλήματα γιατί το νομοσχέδιο έχει ελλείψεις, αλλά από την άλλη πλευρά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι θα έχουμε επιτέλους στην Ελλάδα δικαίωμα πρόσβασης στον πολιτικό γάμο και αναγνωρισμένα αναπαραγωγικά δικαιώματα για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα μετά από 50 χρόνια διεκδικήσεων. Η βασική συνέπεια αυτού του νομοσχεδίου, εφόσον τελικά ψηφιστεί, είναι ότι μέσα από την αναγνώριση του ομόφυλου γάμου όλα τα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, ασχέτως των προσωπικών επιλογών τους γύρω από τον γάμο ή την τεκνοθεσία, θα είναι και θα νιώθουν επιτέλους αναγνωρισμένα και ορατά από το κράτος. Βέβαια όπως είδαμε και το τελευταίο διάστημα, υπάρχουν ακόμη τμήματα της ελληνικής κοινωνίας τα οποία είναι βαθύτατα συντηρητικά και θα προσπαθήσουν να αντιταχθούν στην εφαρμογή ενός τέτοιου νόμου. Συνεπώς, οι φεμινιστικοί και ΛΟΑΤΚΙ αγώνες θα πρέπει να συνεχιστούν με ακόμα μεγαλύτερη δυναμικότητα, μέχρις ότου όλα τα άτομα να μπορούν να αγαπούν ελεύθερα όποιο θέλουν χωρίς περιστροφές και “ναι μεν αλλά”.
*Πηγή φωτογραφίας: alfavita.gr