Ακροδεξιά ρητορική και ο δούρειος ίππος της οικογένειας

Α

Της Ελιάνας Καναβέλη.
Το άρθρο δημοσιοποιήθηκε ηλεκτρονικά για πρώτη φορά στο The Press Project.

Ο όρος ακροδεξιά συνδέεται με ένα σύνολο πολιτικών, οι οποίες είναι κατά βάση συντηρητικές, ολοκληρωτικές και εθνικιστικές. Συνδέεται άμεσα με το ρατσισμό, τη ξενοφοβία καθώς υποστηρίζει ότι η κοινωνική ιεραρχία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε γενετικές διαφορές μεταξύ των εθνικοτήτων του πλανήτη, οι οποίες αναδεικνύουν ορισμένες ως ανώτερες των υπολοίπων. Επίσης, παρατηρείται μια υποτίμηση της ύπαρξης της γυναίκας σε σχέση με τον άνδρα και ομοφοβικές αντιλήψεις και πρακτικές. Αξίζει βέβαια να επισημανθεί ότι η άνοδος της ακροδεξιάς, τα τελευταία χρόνια, και η συμμετοχή γυναικών σε θέσεις–κλειδιά στα ακροδεξιά κόμματα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και σε παγκόσμιο, έφερε και μια σχετική αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης των γυναικών και των ΛΟΑ ατόμων, γεγονός που δείχνει τις πολλές μεταμορφώσεις που μπορεί να λάβουν τα ακροδεξιά και νεοναζιστικά μορφώματα προκειμένου να έχουν μεγαλύτερη απήχηση στο εκλογικό σώμα. Βέβαια, το κόμμα που παραμένει πιστό στις αρχές του εθνικοσοσιαλισμού είναι η Χρυσή Αυγή. Για τη Χ. Α. ο ρόλος της γυναίκας περιορίζεται στην αναπαραγωγή, στη φροντίδα του σπιτιού, τα ΛΟΑΤΚΙ υποκείμενα πρέπει να εξαφανιστούν από προσώπου γης και ο λευκός, δυνατός, μυώδης άνδρας να κυριαρχήσει, επιτέλους, επί πάντων.

Τα ολοένα και πιο ορατά λαϊκίστικα δεξιά και ακροδεξιά μορφώματα προσπαθούν να φέρουν στο κέντρο τις λευκές, ετεροκανονικές, ηγεμονικές αρρενωπότητες, τις συγκεκριμένες εκδοχές θηλυκότητας καθώς και εκείνες τις περιπτώσεις ΛΟΑTKI ατόμων που συνάδουν με τα κυρίαρχα πρότυπα αρρενωπότητας και θηλυκότητας και που προβάλλονται ως «παραδοσιακές», ενώ ταυτόχρονα επενδύονται με ένα μανδύα «φυσικοποίησης» για την προστασία του μέλλοντος του έθνους.

Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόεδρος του ακροδεξιού γερμανικού κόμματος, Εναλλακτική για τη Γερμανία (AFD), Αλίς Ελίζαμπετ Βάιντελ. Η Βάιντελ έχει δηλώσει ανοιχτά ότι είναι ομοφυλόφιλη. Πέραν τούτου όμως έχει δηλώσει την αντίθεσή της για τη συζήτηση περί σεξουαλικότητας, πριν την εφηβεία, λέγοντας ότι «δε θέλω κανέναν με ιδιαιτερότητες στο φύλο ή με μαθήματα περί σεξουαλικότητας να έρχεται κοντά στα παιδιά μου». Εξέφρασε επίσης την αντίθεσή της για τη νομιμοποίηση του γάμου των ομοφυλόφιλων, δηλώνοντας ότι υποστηρίζει την προστασία της “παραδοσιακής οικογένειας” καθώς και άλλους τρόπους ζωής. Αντίθετα, υποστηρίζει τη συγκατοίκηση για τα γκέι και λεσβιακά ζευγάρια, πράγμα που αποτελεί και την προσωπική της επιλογή. Επίσης, σύμφωνα πάντα με την ίδια, το AFD θα παράσχει ασφάλεια στους ομοφυλόφιλους αντιμετωπίζοντας το μεταναστευτικό πρόβλημα.

Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω, ίσως να νιώσει μια μικρή σύγχυση. Καταρχάς για το γεγονός ότι η ίδια είναι ομοφυλόφιλη και μαζί με τη σύντροφό της έχουν υιοθετήσει δύο παιδιά. Παρόλα αυτά, στέκεται ενάντια στα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα και ηγείται ενός, ακροδεξιού, ομοφοβικού και ρατσιστικού κόμματος. Κατά δεύτερον, γιατί υποστηρίζει το μοντέλο της «παραδοσιακής οικογένειας», εννοώντας τις οικογένειες με πατέρα και μητέρα, το οποίο στηρίζει τόσο ο έτερος ηγέτης του κόμματος AFD, όσο και ολόκληρος ο κομματικός σχηματισμός του AFD, ενώ έχει επιλέξει να ζει σ’ ένα διαφορετικό μοντέλο οικογένειας, αμφισβητώντας στην πράξη την «παραδοσιακή οικογένεια». Επιπλέον, συσπειρώνει μια μεγάλη μερίδα της λεσβιακής και γκέι κοινότητας της Γερμανίας, κάνοντας ένα μερικό άνοιγμα στην κοινωνία, τοποθετώντας στη θέση του «άλλου», τους μετανάστες((Αντίστοιχες αντιλήψεις είναι δυνατό να συναντήσει κανείς και στη Φινλανδία στους λοατκι υποστηρικτές του φινλανδέζικου ακροδεξιού κόμματος True Finns.)). Παρατηρούμε ότι η υπεράσπιση της οικογένειας, της δικής μας όμως οικογένειας και όχι της «ξένης»((Στην Αμερική, ο Ντόναλντ Τράμπ εφαρμόζει ένα ιδιαιτέρως σκληρό μέτρο για τις οικογένειες μεταναστών που προσπαθούν να εισέλθουν στην Αμερική, αρπάζοντας ουσιαστικά τα παιδιά από τους γονείς τους και κλείνοντάς τα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αλήθεια, αυτό πώς αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αν όχι ακροδεξιά πολιτική;)), είναι ζωτικής σημασίας για την ύπαρξη των συντηρητικών, ακροδεξιών κομματικών σχηματισμών και φανερώνει την πρόθεσή τους να διευρύνουν την πολιτική τους απήχηση, να εισχωρήσουν στην κοινωνία και να βρουν συμμάχους στους μέχρι πρότινος «εχθρούς» τους.

Η αναδίπλωση αυτή δεν γίνεται μόνο για επικοινωνιακούς σκοπούς αλλά και γιατί η «παραδοσιακή οικογένεια» στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο «παραδοσιακή». Εξελίσσεται και παίρνει διάφορες μορφές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε επίπεδο δημόσιου λόγου και χώρου, είναι το γεγονός ότι η Πρωθυπουργός της Σερβίας απέκτησε παιδί στη σχέση της με μια άλλη γυναίκα, κάτι που μπορεί να θεωρηθεί ότι εισάγει «καινά δαιμόνια» στο πολιτικό σκηνικό:

«Η Πρωθυπουργός της Σερβίας έγινε πατέρας». «Η Μίλιτσα Τζούρτζιτς γέννησε φυσιολογικά», ενημέρωσε το γραφείο του «πατέρα» Άννα Μπάρναβιτς». «Η ομοφυλόφιλη πρωθυπουργός της Σερβίας έγινε μητέρα Γέννησε η σύντροφός της».

Πρόκειται για τους τίτλους δύο ελληνικών ηλεκτρονικών δημοσιευμάτων, τα οποία αναφέρονται στο γεγονός ότι η Πρωθυπουργός της Σερβίας μαζί με τη σύντροφό της απέκτησαν ένα μωρό. Διαπιστώνουμε καταρχάς μια σύγχυση στο ρόλο που θα αποδώσουν στην Πρωθυπουργό, ως μητέρα ή πατέρα, αλλά και μια σαρκαστική και ειρωνική διάθεση απέναντι στο γεγονός. Αυτό φαίνεται από το ότι η λέξη «πατέρας», που αποδίδεται στην Πρωθυπουργό, βρίσκεται εντός εισαγωγικών. Ωστόσο, και σε άλλα δημοσιεύματα της αποδίδεται ο ρόλος του «πατέρα», προκειμένου να ενισχύσει την άποψης περί «φύσης», ότι δηλαδή οι γυναίκες γεννάνε και τα έτερα ημίσεα πρέπει να είναι οι πατεράδες. Το γεγονός πάντως ότι μια εν ενεργεία Πρωθυπουργός, μιας άκρως συντηρητικής χώρας, στην οποία τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα έρχονται αντιμέτωπα με τη βία και τη μη αποδοχή, αποκτά παιδί μέσα στη σχέση της με μια άλλη γυναίκα αποτελεί μια διαφορετική απάντηση στο μοντέλο της «παραδοσιακής οικογένειας» έτσι όπως αυτό προωθείται από συντηρητικούς, και όχι μόνο, κύκλους και επίσης δείχνει ότι το έθνος μπορεί να αναπαραχθεί και μέσα από τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια. Θα λέγαμε ότι αυτή η κυρίαρχη αντίληψη περί διαιώνισης τους έθνους μέσα από το ετεροκανονικό πρότυπο, τρόπον τινά, αποδομείται, αλλά και πάλι υφέρπει το δυϊστικό αφήγημα περί πατέρα–μητέρας για την ανατροφή του παιδιού και στα ομόφυλα ζευγάρια.

Στο εγχώριο συγκείμενο θα λέγαμε ότι, σε θεσμικό επίπεδο, το κυρίαρχο μοντέλο οικογένειας και αυτό που προωθείται είναι ξεκάθαρα ετεροκανονικό. Οι συντηρητικοί λόγοι για την οικογένεια είναι κυρίαρχοι και χρησιμοποιούν την οικογένεια ως μοχλό κατασκευής κυρίαρχων σχέσεων, θέσεων και αντιλήψεων. Το πλαίσιό της ορίζεται αυστηρά μέσα από το ετεροκανονικό μοντέλο, ενώ, αν και υπάρχουν νέες μορφές οικογένειας, συστηματικά αγνοούνται. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που αντλούμε από το μάθημα της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής, της Ε’ δημοτικού((http://www.pi-schools.gr/books/dimotiko/kpa_e/math/s_1_46.pdf)): «Η οικογένεια αποτελείται από τη μητέρα, τον πατέρα και από ένα ή περισσότερα παιδιά».

Παράλληλα, στο αντίστοιχο σχολικό εγχειρίδιο της ΣΤ’ δημοτικού((http://www.pi-schools.gr/books/dimotiko/kpa_st/math/s_06_39.pdf σελ.8)), αναφέρονται 4 μορφές οικογένειας, η πυρηνική, η πολύτεκνη, η μονογονεϊκή και η πολύτεκνη–διευρυμένη οικογένεια. Η έμφαση δίνεται στην πυρηνική οικογένεια, μέσα από την εμφατική τριπλή αναφορά σε αυτή εντός του κεφαλαίου, αλλά και στην παράλληλη παράθεση δύο εικόνων που αναπαριστούν την πυρηνική οικογένεια και τη διευρυμένη οικογένεια. Στην εικόνα με τη διευρυμένη οικογένεια((Ο.π. σελ 8)) αποτυπώνεται μια σκηνή που συνηθίζουμε να τη βλέπουμε κατά τη διάρκεια του Πάσχα, το πασχαλινό τραπέζι, στο οποίο είναι συγκεντρωμένη η ελληνική οικογένεια, οι γονείς, τα παιδιά και η γιαγιά με τον παππού. Πέραν της χρήσης μιας εικόνας από ένα θρησκευτικό δρώμενο, που δείχνει τη σύνδεση της οικογένειας με τη θρησκεία και τη συνέχιση αυτής μέσω της παράδοσης, παρατηρούμε και την επικράτηση του ετεροκανονικού διπόλου, άνδρας–γυναίκα να υπερισχύει και να δίνει τον τόνο για τον τρόπο που μπορεί να υπάρξει η ελληνική οικογένεια.

Η οικογένεια την τελευταία δεκαετία στο συγκεκριμένο συγκείμενο, επ’ αφορμής της πολύπλευρης κρίσης που βιώναμε και βιώνουμε, μπήκε πολλές φορές στο κάδρο, είτε ως «πάσχον σώμα» είτε ως θεματοφύλακας αξιών που χάνονται. Σε αυτές τις κρίσιμες για το έθνος στιγμές, η οικογένεια, ως ένα αφήγημα ενιαίο και αδιαίρετο, με την προσθήκη του εθνικού προσδιοριστικού επιθέτου, «ελληνική», επιστρατεύτηκε από συντηρητικούς κομματικούς σχηματισμούς και την εκκλησία ως όχημα άσκησης πίεσης και αποκατάστασης της διαρρηγμένης κανονικότητας.

Ένα από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα ήταν η ψήφιση του νομοσχεδίου για το σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών, για το οποίο είχε γίνει μεγάλη αναφορά στο ζήτημα της τεκνοθεσίας, καταλήγοντας στην αναγνώριση του δικαιώματος μόνο στην αναδοχή. Η τεκνοθεσία θεωρήθηκε κάτι που υπερβαίνει τα εσκαμμένα και εισάγει καινά δαιμόνια. Στη δημόσια συζήτηση, κεντρική θέση κατέλαβε το αφήγημα της αφενός ενιαίας και αδιαίρετης και αφετέρου ανώριμης κοινωνίας να δεχτεί, να επεξεργαστεί ή να δει, όχι «καινούριες», γιατί αυτές οι μορφές υπάρχουν χρόνια ανάμεσά μας, αλλά κρυμμένες κάτω από το χαλί μορφές συνύπαρξης. Αυτή η προστατευτικότητα του έθνους–κράτους απέναντι στην κοινωνία, μπορεί να αναχθεί και στον τρόπο που λειτουργεί η οικογένεια. Τα μέλη της, τα παιδιά, είναι ανώριμα, ανίκανα να λάβουν σωστές αποφάσεις ή σωστότερες από τους γονείς τους, οι οποίοι πάντα γνωρίζουν καλύτερα. Αντίστοιχα και το κράτος πάντα γνωρίζει καλύτερα από τους πολίτες, οι οποίοι, ακόμα κι όταν αντιδρούν, αντιμετωπίζονται ως έφηβοι που κάνουν την επανάστασή τους. Υπάρχει μια σχέση ιδιοκτησίας καταρχήν ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία και κατά δεύτερο ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, η οποία δε βοηθά στην εξέλιξη ούτε των κοινωνικών σχέσεων ούτε και των ατόμων.

Η εκκλησία, όπως είδαμε, και το σχολείο, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο καθώς στις αντίστοιχες περιόδους αυτοπροβάλλεται ως εγγυητής της ύπαρξης της οικογένειας. Κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την αναγνώριση της ταυτότητας φύλου ακούστηκαν πολλά όχι μόνο από εκκλησιαστικούς παράγοντες αλλά και από βουλευτές και αρχηγούς κομμάτων. Η εκκλησία και τα συμφέροντά της τέθηκαν στο προσκήνιο σε αντίθεση με τα δικαιώματα των ανθρώπων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, αποδεικνύοντας ότι το σκοτάδι είναι βαθύ. Η ψήφιση χαρακτηρίστηκε ως «τερατώδης επίθεση στην οικογενειακή ζωή και στις παραδοσιακές αξίες», ενώ ο Μητροπολίτης Φθιώτιδας, Νικόλαος, δήλωσε. ότι «Σήμερα μας λένε ότι ο Θεός δε δημιούργησε τον άνδρα και τη γυναίκα, οδηγώντας τα παιδιά μας να σκεφτούν ότι κάθε άνθρωπος μπορεί εύκολα να γίνει γυναίκα και κάθε γυναίκα άντρας. Ξέρεις γιατί το κάνουν αυτό; Θέλουν να εξασφαλίσουν, με κάθε κόστος, ότι οι ομοφυλόφιλοι θα μπορούν να υιοθετούν παιδιά».

Θα λέγαμε ότι η εκκλησία έχει υιοθετήσει το ρόλο του αυστηρού γονέα που προσπαθεί να προφυλάξει τα παιδιά του από τον ηθικό ξεπεσμό. Οι πράξεις, οι επιλογές, η στάση ζωής ιδανικά θα πρέπει να εγκρίνονται από αυτή. Έχει ένα ρόλο παρεμβατικό και ελεγκτικό στα σώματα των υποκειμένων και κυρίως των γυναικών αλλά και των όποιων «άλλων» της κοινωνίας ασκώντας με έναν τρόπο βιοπολιτική. Μια συναρμολόγηση δηλαδή πρακτικών λόγου, θεσμικών συμβάσεων και φαντασιακών επενδύσεων που καθιστούν τη διαχείριση της ζωής αντικείμενο συστηματικού πολιτικού ελέγχου((Αθανασίου, Α. Ζωή στο Όριο, Αθήνα: Εκκρεμές. 2007. σ. 84-85.)). Η άσκηση εθνικής πολιτικής που κρύβεται πίσω από όλες τις επεμβάσεις της, γίνεται φανερή από την αρχή. Το έθνος, σύμφωνα με την εκκλησία, βρίσκεται σε έναν πολλαπλό κίνδυνο. Κινδυνεύει από τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους, την υπογεννητικότητα, κινδυνεύει γενικά από το καινούριο, το διαφορετικό και στο σημείο αυτό βρίσκεται ο πυρήνας της δράσης της.

Σε επίπεδο κομμάτων το ΚΚΕ, διαμέσου των βουλευτ(ρι)ών Παπαρήγα και Γκιόκα, διατυμπάνισε στη Βουλή ότι η ομοφυλοφιλία είναι ιδιωτική υπόθεση συντηρώντας και αναπαράγοντας τη διάκριση και την απομόνωση αυτών των ανθρώπων. Επιπλέον, η μορφή συμβίωσης που αξιολογείται ως αποδεκτή είναι η ετεροφυλόφιλη γιατί εξασφαλίζει την αναπαραγωγή. Χαρακτηριστικά είχε δηλώσει η κα Παπαρήγα.

«Εμείς δεχόμαστε ότι μπορούν να υπάρχουν πολλές μορφές συμβίωσης, αλλά δεν δεχόμαστε να θεωρείται οικογένεια, γιατί εκεί πάμε με βάση τη σεξουαλικότητα» και συνέχισε «Να γίνουν αλλαγές που να εξασφαλίζουν ατομικά δικαιώματα, ποιος θα με κηδεύσει, ποιος δεν θα με κηδεύσει, σε ποιον μπορώ να αφήσω την περιουσία μου. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχει ισοτιμία όλων των μορφών συμβίωσης. Πρέπει να είναι κάποιο κριτήριο και το κριτήριο στην κοινωνία που ζούμε είναι αυτό. Τα ετερόφυλα ζευγάρια με στόχο την αναπαραγωγή».

Τόσο με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο όσο και με το προηγούμενο, που αφορούσε το σύμφωνο συμβίωσης των ομόφυλων ζευγαριών, εκ νέου αρθρώθηκαν λόγοι περί αλλοίωσης του παραδοσιακού προτύπου της ελληνικής οικογένειας και κατ’ επέκταση της ικανότητας αναπαραγωγής του έθνους. Τα νομοσχέδια που ψηφίστηκαν, τόσο για τη νομική αναγνώριση του φύλου όσο και για το σύμφωνο συμβίωσης, σαφώς και τοποθετούνται σε μια θετική κατεύθυνση. Δεν παύουν, ωστόσο, να έχουν τη διάθεση, από πλευράς κράτους να ελέγξει, να κατευθύνει και να οργανώσουν τις ζωές των ατόμων όπως πρέπει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το κράτος έχει το ρόλο του γονέα που κατανοεί και προσπαθεί, μέσα από το διάλογο και την υποχώρηση σε σημεία, εντέλει να επιβάλλει τη γνώμη του.

Με τις παραπάνω επισημάνσεις επιδιώχθηκε να αναδειχθεί το πλαίσιο, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε εγχώριο, που εισχωρεί και είναι πλέον πραγματικότητα η ακροδεξιά ρητορική. Η οικογένεια και η σεξουαλικότητα είναι στο επίκεντρο των συγκεκριμένων πολιτικών. Παρατηρούμε ότι το ακροδεξιό κόμμα της Γερμανίας, όπως και της Φινλανδίας, εμφανίζονται ανεκτικά απέναντι στη διαφορετικότητα των ΛΟΑ υποκειμένων όχι όμως και απέναντι στους μετανάστες και τη δική τους διαφορετικότητα((Kim, S. The populism of the Alternative for Germany (AfD): an extended Essex School perspective. Palgrave Communications. 2017. 3(1), 5.)). Ο «εχθρός» για το έθνος δεν είναι η ομοφυλοφιλία αλλά το Ισλάμ, που δεν αποδέχεται τη σεξουαλική διαφορετικότητα των ατόμων και άρα βρίσκονται και αυτά σε κίνδυνο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι δυνατό να διαπιστώσουμε ότι, με όχημα την αντιμεταναστευτική πολιτική και σε μια διαδικασία συγκέντρωσης ψήφων, γίνεται ένα άνοιγμα στη ΛΟΑ κοινότητα ορίζοντας ως «άλλο» το μετανάστη, προκειμένου να είναι δυνατή μια ταύτιση με ένα κόμμα που είναι ομοφοβικό και υπέρμαχο της «παραδοσιακής οικογένειας». Κυριαρχεί δηλαδή ένα αφήγημα του τύπου, «αν είναι να σωθώ από τους Ισλαμιστές, θα συμμαχήσω και με τον εχθρό μου».

Στο εγχώριο συγκείμενο, όπως είδαμε και από τις αναφορές, η ακροδεξιά ρητορική διεισδύει στην καθημερινότητά μας μέσα από λεπτές γραμμές, και με όχημα τη «φυσικοποίηση», με το να θεωρείται δηλαδή κάτι «φυσικό» ενώ αυτό δεν οφείλεται στ’ αλήθεια στη φύση, αλλά είναι αποτέλεσμα κοινωνικών, ιστορικών και συνθηκών, πρακτικών, λόγων και διεργασιών, όπως δείχθηκε από τους λόγους που παράγονται από το σχολείο, την εκκλησία και τους πολιτικούς. Στην εγχώρια πολιτική σκηνή οι λόγοι περί κανονικότητας στις σεξουαλικές σχέσεις, στην αναπαραγωγή και εν γένει στην ύπαρξη είναι κυρίαρχοι. Εδώ ο «εχθρός» του έθνους, και κατ’ επέκταση, της οικογένειας δεν είναι μόνο οι μετανάστες και το Ισλάμ, αλλά και οι ομοφυλόφιλοι, οι τρανς, τα άτομα που φέρουν κάποιο στίγμα, κοινωνικό ή ψυχικό, εν κατακλείδι εδώ «εχθροί» και «άλλοι» είναι οποιοσ/αδήποτε δε μπορεί να αναπαράγει το έθνος φυσικά. Καταλαβαίνουμε τις λεπτές γραμμές μέσα από τις οποίες εισβάλλουν στην καθημερινότητά μας οι ακροδεξιές αντιλήψεις, στήνοντας ένα ισχυρό αφήγημα για την αναγκαιότητα επιστροφής στις παραδοσιακές, φυσικές αξίες της οικογένειας, του άνδρα, της γυναίκας.

Μπορούμε να αντιληφθούμε ότι βρισκόμαστε σε εποχές και περιόδους όπου η ακροδεξιά πολιτική είναι πραγματικότητα, με διαφορετικούς τρόπους ύπαρξης ανά χώρα αλλά με μια ομοιότητα. Τη διάθεση να εισχωρήσει όσο το δυνατό βαθύτερα σε κοινωνικό επίπεδο, να συνάψει συμμαχίες ακόμα και με αυτούς που μάχεται, προκειμένου να υπερασπίσει το έθνος από τους εκάστοτε «άλλους» και να κατασκευάσει εκείνο το εθνικό πλαίσιο, στο οποίο όποιος δεν είναι «όμοιος» δεν χωράει. Γι’ αυτό θα πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση, για να ζούμε σε κοινωνίες όπου τα άτομα θα μπορούν να αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους και να συνειδητοποιούν και να βιώνουν την ύπαρξή τους και εκτός της οικογένειας αλλά και εκτός του κράτους.

[1] https://www.thelocal.de/20170511/merkel-is-insane-meet-the-woman-leading-the-afd-into-the-elections-alice-weidel-elections-2017

[2] https://www.diggitmagazine.com/articles/alice-weidel-lesbian-against-gay-rights

[3] https://www.theguardian.com/lifeandstyle/2019/jan/29/from-le-pen-to-alice-weidel-how-the-european-far-right-set-its-sights-on-women

[4] Αντίστοιχες αντιλήψεις είναι δυνατό να συναντήσει κανείς και στη Φινλανδία στους λοατκι υποστηρικτές του φινλανδέζικου ακροδεξιού κόμματος True Finns. https://www.economist.com/europe/2018/07/05/europes-anti-immigrant-parties-are-becoming-more-gay-friendly.

[5] Στην Αμερική, ο Ντόναλντ Τράμπ εφαρμόζει ένα ιδιαιτέρως σκληρό μέτρο για τις οικογένειες μεταναστών που προσπαθούν να εισέλθουν στην Αμερική, αρπάζοντας ουσιαστικά τα παιδιά από τους γονείς τους και κλείνοντάς τα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αλήθεια, αυτό πώς αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αν όχι ακροδεξιά πολιτική;

[6] https://www.pronews.gr/kosmos/diethnis-politiki/753857_i-prothypoyrgos-tis-servias-egine-pateras-apo-tin-syntrofo-tis-foto

[7] http://www.pi-schools.gr/books/dimotiko/kpa_e/math/s_1_46.pdf

[8] http://www.pi-schools.gr/books/dimotiko/kpa_st/math/s_06_39.pdf σελ. 8.

[9]http://www.pi-schools.gr/books/dimotiko/kpa_st/math/s_06_39.pdf

[10] Ο.π σελ. 8.

[11] Αθανασίου, Α. Ζωή στο Όριο, Αθήνα: Εκκρεμές. 2007. σ. 84-85.

[12] https://www.902.gr/eidisi/voyli/83712/syzitisi-toy-symfonoy-symviosis-oi-omilies-ton-voyleyton-toy-kke-video

[13] Kim, S. The populism of the Alternative for Germany (AfD): an extended Essex School perspective. Palgrave Communications. 2017. 3(1), 5.

Σχετικά με τον συγγραφέα

Γραφεί: Κιουρί-at

Πρόσφατα Κείμενα

Άρχειο

Categories

Μπορείτε να μας βρείτε: