Της Λίνας Θεοδώρου
πρώτη δημοσίευση: Ιούνιος 2019 | η κιουρί@ | τεύχος 1
Η υπογεννητικότητα, ή αλλιώς το δημογραφικό πρόβλημα, η αόρατη εθνική απειλή που πλανιέται πάνω από τη χώρα μας εδώ και δεκαετίες, κάνει σήμερα τη θεαματική επανεμφάνισή της. Από τα βουλευτικά έδρανα, ως τα τηλεοπτικά πάνελ, τις εκθέσεις και τα συνέδρια, η συρρίκνωση του πληθυσμού των Ελλήνων είναι θέμα που απασχολεί έντονα τους πολιτειακούς φορείς, οι οποίοι επεξεργάζονται τα σωστά μείγματα πολιτικής για να τονώσουν τη γονιμότητά μας. Φυσικά, πέρα απ’ τη μεγάλη μείωση των γεννήσεων την τελευταία δεκαετία, η κινδυνολογία για την εξαφάνιση και γήρανση του δυτικού ανθρώπου, κάθε άλλο παρά ελληνική πατέντα είναι. Το κείμενο αυτό αποπειράται μια επισκόπηση των βασικών θεμάτων που εμπλέκονται στη μεγάλη συζήτηση της δημογραφίας.
Το μέγεθος του πληθυσμού του σύγχρονου έθνους–κράτους αποτελεί ζήτημα που απασχολεί με συστηματικό τρόπο το δυτικό πολιτισμό, σε επίπεδο πολιτικών και θεωρίας, από το 19ο αιώνα. Βασική σταθερά στις αναλύσεις αποτελεί η συσχέτιση του πληθυσμού αφενός με τη (στρατιωτική) δύναμη του έθνους–κράτους, αφετέρου με την οικονομική του ανάπτυξη, ενώ αποτέλεσε και πεδίο θεμελίωσης εδαφικών διεκδικήσεων και επεκτατισμού. Την ίδια στιγμή, η διαμόρφωση του έθνους αποτελεί ένα πλέγμα λόγων και πρακτικών, οι οποίοι επιχειρούν να ορίσουν το εθνικό πολιτικό σώμα, σύμφωνα με συγκεκριμένα έμφυλα, φυλετικά και ταξικά κανονιστικά πρότυπα((Ενδεικτικά Yuval Davis. Gender and Nation, εκδόσεις Sage, 1997)).
Οι κρατικές πολιτικές αύξησης του πληθυσμού εμφανίζονται αφενός με τη μορφή θετικών μέτρων, όπως φορολογικών, επιδοματικών και εργασιακών κινήτρων/δικαιωμάτων, βελτίωσης των κρατικών υπηρεσιών φροντίδας παιδιών, αφετέρου δε, έχουν εμφανιστεί ως μέτρα κατασταλτικού χαρακτήρα, όπως περιορισμός των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων (περιορισμός/απαγόρευση των αμβλώσεων, αντισύλληψης), φορολόγηση μονοπρόσωπων νοικοκυριών, κλπ.
Ο λόγος για τη μείωση του πληθυσμού επενδύει παράλληλα, άμεσα ή έμμεσα, στην καλλιέργεια φόβου για την ανεξέλεγκτη πληθυσμιακή ανάπτυξη άλλων πληθυσμιακών ομάδων, εντός ή εκτός του έθνους–κράτους. Το πρόβλημα του υπερπληθυσμού, των άλλων, και η αντιμετώπισή του, εγγράφεται στη μαλθουσιανή παράδοση, που ακόμη παραμένει στη μόδα, αποτελεί την άλλη όψη της, δικής μας, υπογεννητικότητάς. Στα δικά μας, το αντιμεταναστευτικό, και συχνά ισλαμοφοβικό, αφήγημα περί των μεταναστών που αναπαράγονται ασυγκράτητα και απειλούν τον ευρωπαϊκό, και άρρητα λευκό, χαρακτήρα της Ηπείρου, συγκροτείται και παράλληλα και διά της καλλιέργειας πανικού για την πληθυσμιακή αύξησή τους.
Η εδραίωση τέτοιων αφηγημάτων δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την υιοθέτηση επιθετικών πρακτικών περιορισμού της αναπαραγωγής από ομάδες και σώματα που κρίνονται ως ανεπιθύμητα από τον κυρίαρχο λόγο. Ακραίο παράδειγμα τέτοιας πολιτικής αποτελεί η υποχρεωτική στείρωση, όπως εφαρμόστηκε σε 148 κρατουμένες σε φυλακές στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, μεταξύ 2006–2010, και η υποχρεωτική λήψη αντισυλληπτικών, όπως το Norplant((Following reports of forced sterilization of female prison inmates, California passes ban» του Hunter Schwarz, 26-9-2014 https://www.washingtonpost.com/blogs/govbeat/wp/2014/09/26. Περισσότερα στο «Conceivable Sterilization: A Constitutional Analysis of a Norplant/Depo-Provera Welfare Condition» επιμ. Kimberly A., Smith Indiana University School of Law)), πράγμα που αποτέλεσε προϋπόθεση για τη χορήγηση επιδομάτων ή εναλλακτική επιλογή αντί της έκτισης ποινής σε φτωχές (και κυρίαρχα μη λευκές) γυναίκες σε δεκάδες πολιτείες των ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Η αναπαραγωγή του σώματος του έθνους–κράτους
Ο εαυτός, ίσως, δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα μεταφυσικό γάντζο για να κρεμιέται η κοινωνική ταυτότητα. Ο Κάφκα ήταν εκείνος που παρομοίασε το να γίνεσαι δεκτός σε μια δουλειά με την είσοδο στο Βασίλειο των Ουρανών οι δρόμοι που οδηγούν και στα δύο είναι πλήρως αβέβαιοι. Σήμερα κάποιος μιλάει για την εύρεση εργασίας με τη μεγαλύτερη δουλοπρέπεια, αλλά χωρίς καμία προσδοκία.
Harun Farocki((Το σχόλιο αναφέρεται στην ταινία του ιδίου The interview του 1996. Στο φιλμ παρουσιάζονται προγράμματα εκπαίδευσης στις δεξιότητες συνέντευξης για χρόνια άνεργες/ους, αποφοίτους, πρώην χρήστες, κα, οι οποίοι μαθαίνουν πως να επιτελούν την επιθυμητή από την αγορά εκδοχή του εαυτού τους.))
Βασικός ενθαρρυντικός μηχανισμός για την ενίσχυση των γεννήσεων, ιδίως στην Κεντρική και Βόρεια, Ευρώπη κατά τον 20ο αιώνα αποτέλεσε η παροχή κινήτρων με τη μορφή επιδομάτων και υπηρεσιών φροντίδας, που αναπτύχθηκαν εντός των κοινωνικών υπηρεσιών του κράτους πρόνοιας. Φυσικά, εντός του ορθολογιστικού–προτεσταντικού μοντέλου λειτουργίας των κρατών αυτών, οι οικονομικές ενισχύσεις τελούν υπό τον όρο του ελέγχου των υποκειμένων. Στη βάση της ορντο-φιλελεύθερης λογικής((Ενδεικτικά Michel Foucault, Η γέννηση της βιοπολιτικής. Παραδόσεις στο Κολλέγιο της Γαλλίας (1978–1979) μετάφραση: Βασίλης Πατσογιάννης, Πλέθρον, 2012)), οι κρατικές παροχές, χωρίς αντιπαροχή από τους λήπτες της προνοιακής βοήθειας, θα οδηγούσε σε ηθικό εκφυλισμό των ατόμων και θα επέτεινε τον κίνδυνο ανάδυσης νέων ναζισμών((Χάχαχα)). Συνεπώς για τη λήψη της κοινωνικής φροντίδας, το άτομο όφειλε ως αντιπαροχή τη δια βίου προσωπική προσπάθειά του να πραγματώσει την πλέον ευέλικτη και απασχολήσιμη εκδοχή του εαυτού της, τη στιγμή που η κοινωνική αλληλεγγύη αντικαθίσταται πλήρως από την ελεγχόμενη προνοιακή βοήθεια. Η κυβερνησιμότητα επιτυγχάνεται μέσω του ελέγχου που ασκεί το Κοινωνικό Κράτος, συχνά μέσω του κατ’ εξοχήν οργάνου του, του κοινωνικού λειτουργού, στην οικογένεια των ανέργων, των μεταναστών, και όλων των μη κανονικών, την ίδια στιγμή που η συστημική φτώχεια και ο ρατσισμός επικαλύπτονται από τα αφηγήματα της προσωπικής αποτυχίας.
Η περιγραφή του νέου μοντέλου πολιτικών απασχόλησης που προωθεί ο ΟΑΕΔ, που στηρίζεται στο πρότυπο των job centers του εξωτερικού, συνοψίζει εύγλωττα τα παραπάνω: «Οι άνεργοι θα ειδοποιούνται από τον ΟΑΕΔ για να συμπληρώσουν ηλεκτρονικά το νέο ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης εργασιακής ετοιμότητας (Profiling) και στη συνέχεια, σε ατομική συνεδρία με τον εργασιακό σύμβουλο ανέργων, θα καταρτίζουν από κοινού το Ατομικό Σχέδιο Δράσης. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας θα προτείνονται στον άνεργο δράσεις απασχόλησης και κατάρτισης, με κριτήρια τις εξατομικευμένες ανάγκες και τα προσόντα του»((OAEΔ, 21/11/2018, Νέο Μοντέλο Ενεργητικών Πολιτικών Απασχόλησης Το πιλοτικό πρόγραμμα της Ελευσίνας http://www.oaed.gr/documents/10195/ (έγινε παράφραση για λόγους συντομίας))). Η αυτοβελτίωση της άνεργης αφενός προϋποθέτει λογικά ότι η αιτία της ανεργίας οφείλεται σε προσωπικά αίτια, και αφετέρου αποτελεί όρο για τη λήψη του όποιου επιδόματος.
Παράλληλα, οι προνοιακές πολιτικές αναπαράγουν κυρίαρχες ετεροπατριαρχικές αντιλήψεις της οικογένειας και συντελούν στη φυσικοποίηση των έμφυλων ρόλων των γονέων. Η επικέντρωση των πολιτικών, γύρω από το ρόλο της γυναίκα–μητέρας, είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο που επέτρεπε την πρόσβασή της στην εργασία χωρίς να επερωτά ή να αποσταθεροποιεί τον έμφυλο καταμερισμό των ρόλων εντός του σπιτιού. Είναι προφανές, άλλωστε, ότι οι τύποι της οικογένειας που ακόμη και σήμερα ενισχύονται είναι ετεροκανονικά μοντέλα οικογένειας. Βέβαια στην Ελλάδα το κοινωνικό κράτος δεν αναπτύχθηκε ούτε στο βαθμό, ούτε με τον τρόπου που συντελέστηκε στην βόρεια Ευρώπη, με αποτέλεσμα το βάρος της αναπαραγωγής του έθνους να τελεί υπό ιδιωτική διευθέτηση, χωρίς να χάνει το έμφυλο πρόσημό του.
Τέλος, η μεταναστευτική πολιτική, που υιοθετούν τα κράτη, αποτελεί κομβικό πυλώνα της διαμόρφωσης του πληθυσμού. Η οργάνωση και διαχείριση της μετανάστευσης το 19ο αιώνα προς τη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική, που εμφανίζεται παράλληλα με τη συγκρότηση σε έθνη κράτη, είχε στόχο τον ευρωπαϊκό εποικισμό και τη διατήρηση της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας των πρώην αποικιακών δυνάμεων. Βάσει θρησκευτικών, κοινωνικών και φυλετικών κριτηρίων, θεσμοθετούνται αποκλεισμοί ή φόροι που επιβάλλονται σε μη επιθυμητές ομάδες, όπως χρηματικές εγγυήσεις, ενώ αντίθετα δίνονται κίνητρα για την προσέλκυση άλλων, όπως παροχή γης((Gutiérrez Rodríguez, Encarnación. (2018). The Coloniality of Migration and the “Refugee Crisis”: On the Asylum–Migration Nexus, the Transatlantic White European Settler Colonialism-Migration and Racial Capitalism. Refuge.)).
Σήμερα, μέτρα προστασίας της οικογένειας και προώθησης της έμφυλης ισότητας συγκροτούνται ως μέσα αποκλεισμού ανεπιθύμητων μεταναστών. Στη Δανία, από το 2000 βρίσκεται σε ισχύ νομοθεσία που απαγορεύει την τέλεση γάμου δανών πολιτών (ντόπιων και προσφύγων/μεταναστών) με μη Δανούς, όταν οι μελλόνυμφοι είναι κάτω των 24 ετών((New rules for family reunification for spouses https://www.nyidanmark.dk/en-GB/)). Το μέτρο εντάχθηκε στο αφήγημα της αντιμετώπισης των αναγκαστικών γάμων και των προξενιών εντός της μεταναστευτικής κοινότητας. Στην Ιρλανδία, όπου ως το 2018 απαγορευόταν συνταγματικά η άμβλωση μέσω της συνταγματικής προστασίας της αγέννητης ζωής, δικαστήρια παρείχαν κατ’ εξαίρεση άδεια σε ανήλικη Minkiers((Αναφέρονται και ως Pavees. Εθνοτική ομάδα με νομαδικά χαρακτηριστικά. Τα μέλη της ζουν κυρίως στην Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Στο Snatch (2000) o χαρακτήρας One Punch είναι μέλος της ομάδας αυτής.)) και σε μετανάστριες((Fletcher, Ruth. 2005. “Reproducing Irishness: Race, Gender, and Abortion Law.” Canadian Journal of Women and the Law 17 (2).)) για να πραγματοποιήσουν αμβλώσεις στο Ηνωμλενο Βασίλειο.
Μια έκθεση για το ελληνικό (ανάδελφο) έθνος
Πριν γίνει η εξέταση της έκθεσης, είναι χρήσιμο να παρεμβάλει μια μικρή ιστορική αναδρομή στην αντιμετώπιση που επιφυλάχθηκε σε δύο θεσμικά ζητήματα άμεσα σχετιζόμενα με το δημογραφικό. Στις αρχές του 2018 έγινε νόμος του Κράτους η αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια, παρακρατώντας την τεκνοθεσία, την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και την αναγνώριση των ομόφυλων ζευγαριών ως από κοινού γονέων τέκνων, για τα ετερόφυλα ζεύγη. Εντός μιας τεταμένης συζήτησης περί του πως πρέπει να μοιάζει η ελληνική οικογένεια, η υπογεννητικότητα και τα πιθανά οφέλη από τη διεύρυνση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων σε αποκλεισμένες ομάδες του πληθυσμού, δε συμπεριλήφθηκαν στο δημόσιο διάλογο. Το 2012 το Συμβούλιου της Επικρατείας κρίνει αντισυνταγματικό το Ν.3838/2010, ευρύτερα γνωστό ως Νόμο Ραγκούση, καθώς απαιτεί τη συνδρομή μόνο τυπικών προϋποθέσεων για την πολιτογράφηση αλλοδαπών (χρόνος νόμιμης διαμονής του αιτούντος αλλοδαπού ή της οικογένειας του, φοίτηση σε ελληνικό σχολείο), χωρίς να εξετάζει τη συνδρομή της ουσιαστικής προϋπόθεσης του δεσμού προς το ελληνικό έθνος. Το σκεπτικό στηριζόταν στην κλασσική νομική διάκριση απόδοσης ιθαγένειας στο δίκαιο του αίματος, jus sanguinis, ή δίκαιο του τόπου γέννησης, jus soli, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο Νόμος Ραγκούση ήταν μια εξαιρετικά μετριοπαθής εκδοχή του τελευταίου, καθώς η γέννηση στη χώρα δε θεμελίωνε το δικαίωμα στην ιθαγένεια. Παρά, λοιπόν, τα καταφανώς θετικά αποτελέσματα που θα είχε η πολιτογράφηση μεταναστών για την ανανέωση του ελληνικού έθνους, η επιλογή απορρίπτεται, ουσιαστικά, επειδή η ελληνική νομική τάξη παραδέχεται ότι το κριτήριο για την ένταξη στο ελληνικό έθνος είναι το ελληνικό (;) DNA.
η όποια ριζική αλλαγή των αναπαραγωγικών μας συμπεριφορών προϋποθέτει την αλλαγή των κυρίαρχων αξιών και την αντικατάστασή τους από αξίες που εκτός των άλλων ευνοούν την τεκνογονία (δηλαδή, το πρότυπο μιας «οικογένειας» με περισσότερα από δύο παιδιά)
Έκθεση για το Δημογραφικό((Έκθεση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, 2018 σελ. 53, υπογράμμιση δική μου διαθέσιμο στo https://www.hellenicparliament.gr/))
Η Έκθεση της Επιτροπής για το Δημογραφικό αξίζει να διαβαστεί, καθώς, πέραν των πληροφοριών που παραθέτει, αποτυπώνει πολύ εύγλωττα τις βασικές εθνικές και ετεροπατριαχικές παραδοχές για την οικογένεια. Η υφέρπουσα βασική μέριμνα είναι η διατήρηση της αναπαραγωγής του πληθυσμού μας, ενώ η αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω της μετανάστευσης θεωρείται απερίφραστα αποκλειστέα λύση. Καταρχάς, η συμπεριφορά των γυναικών και μητέρων, αναφορικά με την ηλικία γάμου, τα διαζύγια, την αναπαραγωγή και των αριθμό των τέκνων τους, εξετάζεται εις βάθος, ενώ το μέτρο της αναπαραγωγής αναφέρεται σε όλο το κείμενο ως γυναίκα ανά αριθμό παιδιών. Αντίθετα απουσιάζει εκκωφαντικά ανάλυση τις δημογραφικής συμπεριφοράς των ανδρών και πατέρων, στους οποίους κυρίως γίνονται αναφορές εν είδη σύντομης παρέκβασης.
Η έκθεση σχολιάζει και το ρεύμα των παρατύπως εισερχόμενων, όπως χαρακτηρίζονται, οι οποίοι, για λόγους που πραγματικά υπερβαίνουν την Επιτροπή (!), συνεχίζουν να έρχονται στη χώρα μας, παρά την τεράστια ανεργία, την ίδια στιγμή που «(η) απώλεια του ακμαιότερου δημογραφικά και εν μέρει και επαγγελματικά τμήματος του πληθυσμού μας διαμορφώνει επί το δυσμενέστερο όλους τους δημογραφικούς δείκτες»((Ο.π σελ 129)), καθώς δε θα μπορούσε να λείπει μια νύξη για το brain drain, τη φυγή πληθώρας αρίστων ελληνόπουλων στο εξωτερικό. Η έκθεση προχωρά και στην ιεράρχηση μεταξύ των ίδιων των μεταναστών και προσφύγων, διακρίνοντας μεταξύ των όσων φεύγουν από λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της Αφρικής και της Ασίας, και στους πρόσφυγες πολέμων της Μ. Ανατολής((Ο.π. σελ 69)). Φυσικά, όπως παρατηρούμε, η κρατική και διεθνής πρακτική κατηγοριοποίησης/ ιεράρχησης των ανθρώπων ως άσκησης βιοπολιτικής και θανατοπολιτικής, είναι παρούσα στο κείμενο((Διαφορετικά θα πρέπει να υποθέσουμε ότι κανείς δε μπήκε στον κόπο να ενημερώσει τις/ους βουλευτ(ρι)ές μας για τις ένοπλες συρράξεις, συγκρούσεις και γενοκτονίες στην Αφρική και την Ασία, και στα επιτακτικά οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι χώρες την περίοδο της μετα-αποικιοκρατίας.)).
Το συμπέρασμα, σε κάθε περίπτωση, εναρμονίζεται με την εθνικιστική προσέγγιση του δημογραφικού, καθώς γίνεται σαφές ότι η εγκατάσταση και ενσωμάτωση αλλοδαπών δε θα γίνει με βασικό κριτήριο «το δημογραφικό»((Ο.π σελ. 71)), και συνεχίζει για τις δυσκολίες που βρίσκονται μπροστά τους, επειδή οι νεοεισερχόμενοι δεν αναμένεται να ενσωματωθούν με την ευκολία που ενσωματώθηκαν τα ρεύματα του 90’–00’ από την Ανατολική Ευρώπη.
Ο παράγοντας της γήρανσης του πληθυσμού αποτελεί κεντρικό προβληματισμό της έκθεσης, καθώς αποτελεί και απόληξη της μείωσης των γεννήσεων. Άρρητη πηγή της ανησυχίας συνιστά μεταξύ άλλων και το ζήτημα της φροντίδας των ηλικιωμένων. Αφενός η υποβάθμιση των κρατικών δομών φροντίδας και υγείας, αφετέρου ο περιορισμός της αόρατης έμφυλης οικιακής εργασίας, που παρείχαν μετανάστριες όλα αυτά τα χρόνια, λόγω της φτωχοποίησης του ντόπιο πληθυσμού, αναμένεται να μετακυλήσει το μέρος του βάρους της φροντίδας ξανά στην εμφυλοποιημένη οικογενειακή φροντίδα.
Συνθήκες και πολιτικές
Η ένταση του εθνικιστικού λόγου και η σημαντική επιρροή της εκκλησίας στο κράτος και σε μερίδα της κοινωνίας αποτελούν σημαντικούς παράγοντες οροθέτησης του δημογραφικού στον ελλαδικό χώρο. Ο κίνδυνος της απόπειρας περιορισμού των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων και της αμφισβήτησης αλλαγών σε σχέση με την πολιτική κατοχύρωση πολιτικών δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ παραμένει παρών. Σε δεύτερο επίπεδο, η απομόνωση του ζητήματος της υπογεννητικότητας και οι μέχρι σήμερα πολιτικές επιλογές αντιμετώπισής της τοποθετεί τη συζήτηση στον πυρήνα του εθνικιστικού λόγου, εντός του τρίπτυχου «πατρίς–θρησκεία–οικογένεια».
Είναι, σχεδόν, αυταπόδεικτο ότι η δυνατότητα απόκτησης παιδιών, φυσικών ή θετών, έχει καταλήξει μια πολυτέλεια στη σύγχρονη Ελλάδα, λόγω της ακραίας εργασιακής και οικονομικής συμπίεσης των τελευταίων ετών, αλλά είναι προφανές και ότι η οικογενειακή πολιτική που προτείνεται σήμερα είναι φαιδρά. Σε μια περίοδο τεράστιας ανεργίας και πρεκαριοποίησης, αυτό που αυτονόητα θα επέτρεπε, σε όσ@ επιθυμούν να κάνουν παιδιά, είναι η αξιοπρεπής πλήρης εργασία και ασφάλιση, η πολιτική και κοινωνική κατοχύρωση διαφορετικών μορφών συμβίωσης σε μη πατριαρχικά μοντέλα για ΛΟΑΤΚΙ άτομα, η απόδοση της ιθαγένειας σε πρόσφυγες και μετανάστες και η φιλομεταναστευτική πολιτική, και όχι τα επιδόματα που αναδιανέμει η φιλέσπλαχνος κυβέρνησις στην αγία ελληνική οικογένεια.
Σχετικά με το θέμα: ‘Baby machines’: eastern Europe’s answer to depopulation του Shaun Walker, The Guardian, 4.3.2020